Εθαρρείς κι τ' Αεργί το φούστρον!*
Ο Ηλίας Πετρόπουλος, έγραψε ένα κείμενο για τη φασολάδα (δημοσιευμένο στο περιοδικό Σχολιαστής (Απρίλιος 1990) κι ένα για την ομελέτα δημοσιευμένο στο περιοδικό Ιχνευτής (Ιούνιος 1990). Μαζί και τα δυο συμπεριλαμβάνονται στην έκδοση της Νεφέλης: Ηλία Πετρόπουλου «η Εθνική Φασουλάδα» με σχέδια του Σ. Καραβούζη.
Αφορμή να ξεφυλλίσω ξανά το βιβλιαράκι της Νεφέλης στάθηκε η αναφορά γνωστού και αγαπημένου μου γευσιγνώστη στη «γοητεία της ομελέτας», όπου μεγάλο μέρος του κειμένου είναι ένας ύμνος στην απλότητα της παρασκευής πλην όμως με ποιότητα υλικών. Μάλιστα αναφέρει -ε αυτό είναι αναμφισβήτητο- η απόλαυση ξεκινά από την διατροφή και τον τρόπο ζωής της κότας. Αυτό το τελευταίο το προσυπογράφω καθότι ξέρω καλά πως της πεθεράς μου οι κότες που τρέφουν τα τελευταία 15 χρόνια το ευτυχές Ρουσουνελαίικο, ξυπνάνε με το λάλημα του πετινού και κοιμούνται με τις ...κότες. Ούτε ξενύχτια, ούτε ληγμένα, ούτε μεταλλαγμένα καλαμπόκια, λίγη μόνο αγυρτεία στη βοσκή, αλλά το ωράριο ωράριο ...το ωάριο ωάριο κι ο πετεινός καβάλα!
Αυτά με την πεθερά μου και τις διάσημες στο σπίτι μας ομελέτες!
Διάβαζα κάποτε για την ακριβότερη ομελέτα του κόσμου! Ένα πιάτο που έκανε τον γύρο των media και πράγματι, αφού γι αυτό είχε στηθεί! Θα βρω κάποια στιγμή το σχετικό αποδελτιωμένο απόκομμα και θα γράψω λεπτομέρειες. Αν θυμάμαι καλά όμως περιελάμβανε εκτός από κάποιο είδος τρούφας και ...φύλλα χρυσού! Ο πονηρός εστιάτορας είχε ήδη πετύχει τον σκοπό του, ακόμα κι αν πούλαγε πατάτες μπλουμ, το εστιατόριό του κέρδισε τα 5 λεπτά δημοσιότητας που του αναλογούσαν. Τώρα αν πούλησε και καμμιά ομελέτα δεν ξέρω.
Επανέρχομαι όμως στην ομελέτα του γευσιγνώστη που λέγαμε. Ειλικρινά δεν μ’ εντυπωσίασε ούτε το “fleur de sel de Guerande”, ούτε “η καλή gruyère” ούτε η συνοδεία “ρoζέ σαμπάνιας Crystal του 1983”. Τέτοια ή μάλλον παρόμοια και πιο γκουρμέ υλικά βάζω κι εγώ ακόμα και στο σάντουιτς της μικρής Μάρως στο Νήπιο, κάθε πρωί, εκτός Σαββάτου και Κυριακής. Εκείνο που με πέθανε ήταν η μεζούρα. Ά όλα κι όλα μ’ αρέσει ο τρόπος που οι συνταγογράφοι ορίζουν τα μεγέθη και τις ποσότητες. Έχω κάνει κι εγώ τέτοιο παιχνίδι και είναι ένα θέμα με το οποίο κάποτε θα ασχοληθώ σε επίπεδο διδακτορικού. Ναι μ’ αρέσει. Σε αναγκάζουν να ταξιδεψεις σε άλλα πεδία γνώσης. Να γνωρίσεις ας πούμε:
- τη χαρά της τσιμπιάς πίσω από την έκφραση «μια τσιμπιά μπαχάρι»,
- τη φυσική ιστορία: «ένα καρύδι μαγιά»,
- την ακρίβεια, μέχρι θανάτου δηλαδή, «μια πρέζα αλάτι»
- την έννοια του αφηρημένου «μια ιδέα κανέλα»
- τη δερματολογία, «λίγα σπυριά πιπέρι»
- τον αθλητισμό και την ευζωία ..."μισό μπαλάκι του γκολφ μαύρη τρούφα"!!!
Να, με τούτο το τελευταίο, έφτασα στο απόλυτο του ταξιδιού μέσω της δοσολογίας, που με ανάγκασε -και ήταν ευχάριστο ταξίδι αυτό- να ψάξω εγκυκλοπαίδειες και γκούγκληδες, ώσπου να βρω τεχνικά στοιχεία για το μπαλάκι του γκολφ! Γιατί τόση μεγάλη (μετα συγχωρήσεως) ορίζει τη μαύρη τρούφα που θα χρειαστούμε ο ποιητής!
Και τώρα θα μου πεις πως όποιος ξέρει από τρούφες και σαμπάνιες, ασφαλώς και γνωρίζει κι από μπαλάκια του γκολφ. Σωστό κι αυτό και οι εξαιρέσεις μάλλον επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Ανατρέχω και σε εύστοχο κείμενο του Αθήναιου πλην όμως που αναφέρεται σε μια φυσιολογική αντίληψη του φυσικού κόσμου:
«Δεν το λέω επειδή η συγκεκριμένη ενώ δεν μπορεί να ξεχωρίσει ένα μέτριο κρεμμύδι, σε κόβει για medium στα μπλουζάκια επί τη εμφανίσει, αλλά γιατί αντικειμενικά, όσοι έχουμε αντίληψη του φυσικού κόσμου και γνωρίζουμε ότι το κρεμμύδι το ξερό μπορεί να ειναι τόσο μικρό όσο ένα καρύδι και τόσο μεγάλο όσο ένα πορτοκάλι, ε, πιστεύω πως είναι αυτονόητο ότι το μέτριο κρεμμύδι, είναι όσο ένα λεμόνι… Ή όχι;»
Μάλλον όχι! Όχι για όλα τα ...λεμόνια κι όπως καταλήγει ο Αθήναιος, ακόμα κι αν δεν κατανοούμε τις δοσολογίες (σε θέματα γεύσης υπάρχει και το de gustibus), «όσο σας αρεσει. Δεν είναι αυτονόητο;»
Αυτονόητο, ναι! Αλλά, εμένα μ’ άρεσε εν τέλει που εμπλούτισα τη λίστα με τα μυστήρια της δοσολογίας, για αυτό και καταθέτω σαν αντίδωρο ετούτο το ερευνητικό εύρημα το δεύτερο μετά το παρατιθέμενο σαν μοτο αυτού του ποστ με τη φασολάδα και το χαβιάρι που επιβεβαιώνει, πως ακόμα και τα ακριβότερα υλικά, πριν ακριβύνουν, πέρασαν από τη γούλα των απλών λαϊκών ανθρώπων. Από ‘κει και πέρα η υψηλή γαστρονομία τράβηξε τον δρόμο της κι εμείς είμαστε εδώ για να απολαμβάνουμε, όποτε μπορούμε, τα ...ωραία της:
«Η συνήθης ομελέττα (έν κοχλιάριον βουτύρου και εν κοχλιάριον ύδατος ή γάλακτος κατά ωόν) ουδέν άλλο περιέχει πλην ολίγου άλατος και πεπέρεως. Δύναται όμως να παρασκευασθή και μετά λαρδίου, γεωμήλων, αλλάντων, ορύζης, τομάτας, τυρού, μυκήτων κ.ά.»
Όπα, να, το!!! Το γράφει καθαρά η «Μεγάλη Εγκυκλοπαιδεία» (1930): μυκήτων κ.ά. και τι κρίμα για μια εγκυκλοπαίδεια να μην ορίζει το μέγεθος, έστω και μ’ ένα «μετα συγχωρήσεως» συντεταγμένο.
---
---
* Εθαρρείς κι τ' Αεργί το φούστρον (Ποντιακή παροιμία): νόμιζες πως είναι τ' Άι Γιωργιού το φούστρο (ακριβό δηλαδή σαν το σφουγγάτο τ' Άι Γιωρη).