Τι είχαμε προχτές λοιπόν;
Την παρουσίαση ενός βιβλίου.
Άντε την παρουσίαση ενός πολύ σημαντικού βιβλίου για το Αιγαίο.
Τέσερεις εκλεκτοί ομιλητές ανέλαβαν να μας ταξιδέψουν στα νερά του αλλά και έξω από αυτά.
-Ένας Αδαμάντιος Πεπελάσης ακμαιότατος ενενηντάρης έφηβος άδραξε την ευκαιρία να κατακεραυνώσει τις κυβερνήσεις (όλες) για όλα τα δεινά από τα οποία φρόντισαν να μην αποτρέψουν τον πολύπαθο τόπο μας χέρι χέρι με τον «άξεστο πλούτο».
-Ένας απολαυστικά σκληρός, με τον ίδιο πάντα μονοδιάστατα κριτικό λόγο του όσο αφορά στην εικόνα του νησιού, Λευτέρης Παπαδόπουλος, μίλησε για την ανάγκη που έχουμε ν’ «ανασαίνουμε τη ζωή» μέσα απ’ τον ιδρώτα της αθωότητας, σ’ ένα περιβάλλον λαϊκό και ισορροπημένο.
-Η Μπίλιω Τσουκαλά για το συναισθηματικό δέσιμο που έχει με το βιβλίο ως απόσταγμα 30 χρόνων σχέσης του συζύγου της με το Αιγαίο. Μια σχέση που δεν αποτελεί για τον συγγραφέα ευκαιρία πλουτισμού, αλλά αφορμή για να βαθύνει και να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του, για να μοιραστεί την εμπειρία με τον αναγνώστη.
-Θα σταθώ λίγο στην τέταρτη ομιλήτρια που …άνοιξε τη βραδιά. Το ρήμα δεν είναι τυχαίο κι ας μου επιτραπεί να παρασυρθώ εγώ μιας κι εκείνη δεν υπάρχει περίπτωση να το κάνει. Η
Φρατζέσκα Χανιώτη κυριολεκτικά άνοιξε τη βραδυά, δίνοντας νόημα στη συνάντηση. Και δεν είναι γιατί το λέω εγώ, ούτε επειδή σε κείνην αναφέρθηκαν όλοι κολακευτικά, είναι γιατί απαίτησε εμπιστοσύνη στις προσωπικές ματιές, «αποκαθήλωσε» την επίπεδη αφίσα του ΕΟΤ και την συνάρτηση των αναγκών της καθημερινότητάς μας –δρόμοι, σχολεία, λιμάνια, αεροδρόμια- με την στρεβλή αναπτυξιακή πορεία, την τάση να γίνουν όλα τα νησιά «Μύκονος».
Κι έτσι λοιπόν απ’ αφορμής των λόγων του Λευτέρη Παπαδόπουλου:
«Να βρούμε τρόπο αυτά που είπε η Φρατζέσκα να τα μάθουνε περισσότεροι. Να δημοσιευτούν. Αυτό το κορίτσι, η Φρατζέσκα, μίλησε καταπληκτικά! Ο χώρος είναι μικρός, το ακροατήριο περιωρισμένο. Αυτό το κείμενο θα μπορούσε να το αβγατίσει γιατί και μυαλό έχει και τα πράγματα τα βλέπει με μάτια φεγγαρίσια, τεράστια και καταλαβαίνει κι έχει μια μεγάλη ευαισθησία…»
Φέρνω εδώ σήμερα το κείμενο της ομιλίας της, ένα κείμενο χωρίς ομφαλούς της γης και περιούσιους νησιώτες, μεστό και φρέσκο. Τη φωνή μιας από τις κρυφές δυνάμεις του Αιγαίου, που πρεσβεύουν κλίμακες ανθρώπινες, ονειρεύονται νησιά βιώσιμα, ξύνουν πληγές καθημερινές. Κείμενο που ειλικρινά αξίζει να διαβαστεί, γραμμένο ίσως από την πιο δυνατή πένα της παρέας της «Μυκονιάτικης».
-
Σημάδια του Αιγαίου - εκδ. Ποταμός
"Γνώρισα τον Γιώργο Πίττα, φέτος την άνοιξη στη Σαντορίνη, εξαιτίας ενός φακέλου. Ο φάκελος περιείχε τα δοκίμια αυτού του πολύ σημαντικού βιβλίου για το οποίο μιλάμε σήμερα. Επρόκειτο σύντομα να τυπωθεί και πάλευε με τις τελευταίες αβλεψίες και διορθώσεις.
Ήταν ένα βαρύ «σώμα», ακουμπισμένο σε μια φροντισμένη έκδοση, με ωραία σελιδοποίηση, ωραίες φωτογραφίες και πλούσιο, δίγλωσσο κείμενο που το έκαναν βιβλίο και όχι ένα ακόμη λεύκωμα για το Αιγαίο. Ό,τι μπόρεσα να κλέψω από το σύντομο ξεφύλλισμα, καταρχήν μ’ έκανε να ζηλέψω. Στη συνέχεια να συγκινηθώ. Ακολούθησε εκείνο το αμήχανο κούνημα του κεφαλιού με τα μάτια ορθάνοιχτα και το πολύ πρωτότυπο:
-Μπράβο Γιώργο! Ωραία δουλειά!
Όταν το βιβλίο τελικά κυκλοφόρησε και ήρθε στα χέρια μου, αυτόνομο, ολοκληρωμένο και ζωντανό, ένιωσα σαν να μοιράζεται μαζί μας, ένα κομμάτι του βάρους του. Και θα εξηγήσω γιατί: ο τρόπος που ο Γιώργος Πίττας είχε ακουμπήσει τη ματιά του στο πολύ ευαίσθητο και κακοποιημένο Αρχιπέλαγος, ήταν τολμηρός. Ξεπέρασε την ευκολία της εικόνας, της επίπεδης δηλαδή αντίληψης η οποία διακινείται χρόνια τώρα και από τις κρατικές πολιτικές προβολής και από εμάς τους ίδιους τους νησιώτες και βούτηξε στα βαθιά νερά της πολυεπίπεδης και δυναμικής καθημερινής ζωής. Ήταν χωρισμένο σε κεφάλαια όπως: Λιμάνια, Καΐκια, Ψαρέματα, Βλάστηση, Πέτρες, Κατοικίες, Μονοπάτια, Αγγειοπλαστική, Περιστεριώνες, Δρώμενα, Άνθρωποι, Ήχοι, Καφενεία, Γαστρονομία, Μουσική.
Δυστυχώς, εκείνο το οποίο ως σήμερα έχουμε συνηθίσει να μας σερβίρουν αλλά και να σερβίρουμε είναι το explore your senses, αλλά με τον τρόπο της τελευταίας καμπάνιας του ΕΟΤ, όπου στις αφίσες δεσπόζει ένα τεράστιο μάτι το οποίο ακυρώνει όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις και στην πραγματικότητα μας προτρέπει σ’ αυτήν ακριβώς την επίπεδη εικόνα που λέγαμε παραπάνω: ολίγη από Καρυάτιδες, ολίγη από ανεμόμυλους, μια σμαραγδένια παραλία, μια vanity fair πισίνα και ολίγη από ξεφάντωμα σε barα κάτω απ’ τ’ άστρα.
Είναι γενναίο λοιπόν να κυνηγάς το 2007 στο κατεξοχήν τουριστικό κομμάτι της Ελλάδας, που είναι το νησιωτικό σύμπλεγμα του Αιγαίου, ήχους, μονοπάτια, πέτρες, αμπέλια και κατοικιές. Πολύ περισσότερο να τα κυνηγάς με τον λιτό εξοπλισμό του περιηγητή, που τον ενδιαφέρει και η αρχιτεκτονική και η λογοτεχνία, η θρησκεία και η βοτανική, τα τραγούδια και το φαγητό. Να κυνηγάς δηλαδή, ό,τι είναι έργο των ανθρώπων που χωνεύονται στο τοπίο, χωρίς να θέλουν να δράσουν ανταγωνιστικά προς αυτό αλλά ούτε και μαρμαρωμένοι σε μια εποχή, σε μια συνήθεια.
Επιτρέψτε μου λοιπόν, να διακρίνω και ένα κομμάτι πολιτικό στην τόσο τρυφερή ματιά του Γιώργου Πίττα προς τα νησιά του Αρχιπελάγους και τα οικοσυστήματά τους. Τα πλησιάζει με αληθινή αγάπη και ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που στέκεται και ερευνά το σήμερα και διαμέσου των πηγών, των επιρροών, των κατακτητών, της ιστορίας γενικότερα, που διαμόρφωσε και εξακολουθεί να διαμορφώνει αυτό το ολοζώντανο κομμάτι του ελληνικού χώρου.
Όταν αναφερόμαστε στα νησιά του Αιγαίου σήμερα, ο κίνδυνος είναι, το μυαλό μας να πάει πρώτα- καμιά φορά, μόνο- στον τουρισμό, στην υποδοχή, στην διαχείριση. Η δεύτερη σκέψη είναι να τα χωρίσει στα δυο, ανάμεσα στα ανεπτυγμένα και λιγότερο ανεπτυγμένα νησιά, πάντα σε σχέση με την τουριστική βιομηχανία. Το χειρότερο όμως είναι – κατά τη γνώμη μου- να διχάσει την οντότητά τους, ανάμεσα στο προσφερόμενο (την εικόνα δηλαδή) και το Άλλο (την καθημερινή ζωή). Σαν να έχουμε ένα σώμα κομμένο κατά μήκος στα δύο. Από δω βλέπετε κι από δω αισθάνεστε. Μάλιστα, αυτή η καραμέλα της άλλης όψης (η άλλη Μύκονος, η άλλη Κρήτη, η άλλη Πάρος) τείνει να γίνει ακόμη μια εικόνα προς κατανάλωση.
Κι όμως, πρόκειται για ένα σώμα, που ζει από μια καρδιά. Το σώμα είναι ο τόπος και η καρδιά είναι οι άνθρωποι του. Ακόμη και σήμερα πολλά νησιά παλεύουν για τα αυτονόητα, όπως η καλή θαλάσσια συγκοινωνία, οι στοιχειώδεις υποδομές, η οδοποιία. Το όραμα κατοίκων και φορέων είναι αυτή η τουριστική εικόνα, που αν την αποκτήσουν θα έχουν λιμάνια, θα έχουν και δρόμους. Ίσως όμως να μην έχουν πια την ταυτότητά τους. Αλήθεια, αυτός είναι ο στόχος; Να γίνουν ένα κομμάτι, της ετήσιας αφίσας του ΕΟΤ, της επίπεδης, χωρίς διαστάσεις, χωρίς ιδιαιτερότητες, χωρίς πνοές;
Λέει πολύ εύστοχα ο Γιώργος Πίττας στην εισαγωγή: Το μανιχαϊστικό δίλημμα «παράδοση ή καταστροφική ανάπτυξη» αναιρείται από την προοπτική της βιώσιμης ανάπτυξης, αυτής που θα στηριχτεί στον σεβασμό και την ανάδειξη των οικοσυστημάτων και πολιτιστικών αγαθών των νησιών του Αρχιπελάγους.
Μα φυσικά!. Η ζωή στα νησιά του αρχιπελάγους είναι ένας αδιαίρετος, ολοζώντανος οργανισμός που ακόμα δεν έχει βρει τον τρόπο να γεννηθεί και να ξεδιπλώσει όλες του τις δυναμικές από όλα του τα μέλη. Σαν να κολυμπάνε ακόμη τα νησιά μας και οι άνθρωποί τους, στην υγρή τους μήτρα, τη θάλασσα, στη θέση του εμβρύου: με διπλωμένα τα χέρια και τα πόδια και το σαγόνι ακουμπισμένο στο στήθος. Και σαν να στεκόμαστε εμείς και να θαυμάζουμε (!) τη μαγεία αυτής της ζωής από την εικόνα του υπέρηχου. Το ζήτημα, λοιπόν είναι θα γεννηθεί ποτέ αυτό το μωρό; Θα το δούμε να μεγαλώνει με όλες του τις χάρες;
Η προοπτική για την οποία μιλά ο Γιώργος Πίττας, είναι ότι αυτές οι δυνάμεις θα πρέπει να βγουν από τον σάκο τους, αλλά με όρους σεβασμού στο περιβάλλον και τον πολιτισμό.
Στην εισαγωγή του βιβλίου εύστοχα παρατηρεί, πως, ενώ ο τουρισμός έβγαλε τους κατοίκους των νησιών από την ανέχεια και τη φτώχια, παράλληλα, αλλοίωσε μοναδικούς παραδοσιακούς οικισμούς, επέβαλε το αστικό μοντέλο, εγκαταλείφθηκαν ασχολίες, και επαγγέλματα αιώνων έπεσαν σε μαρασμό. Επισημαίνει όμως παράλληλα, ότι από την δεκαετία του ’90 περίπου, μια μικρή επανάσταση άρχισε να συντελείται στα νησιά του Αιγαίου: επαγγελματικοί φορείς, προοδευτικοί επιχειρηματίες και ιδιώτες άρχισαν να προτείνουν νέους αναπτυξιακούς προσανατολισμούς που βασίζονται στο τρίπτυχο Ποιότητα – Πολιτισμός - Περιβάλλον.
Διαβάζοντας το βιβλίο, αποκωδικοποιεί κανείς και τις εικόνες. Και έτσι μόνον εξηγείται γιατί τολμά, να φτιάξει στο βιβλίο του κεφάλαιο που το λέει: Ήχοι. Διότι: οι ήχοι δεν είναι όλοι ίδιοι στη θάλασσα. Άλλος του γαρμπή, άλλος της σοροκάδας […] και στη στεριά διαφορετικός είναι ο ήχος του αέρα όταν φυσάει ανάμεσα στις φίδες και τα’ αγριόκεδρα κι αλλιώς στους πευκώνες και τους ελαιώνες.
Αυτό θα πει αγαπητοί φίλοι, explore your senses. Όχι μόνο να βλέπεις, αλλά , να παρατηρείς, να αφουγκράζεσαι, να δραστηριοποιείσαι. Αν δεν μπορούσε ν’ ακούσει αυτούς τους ήχους, αν δεν μπορούσε να δει το ανάγλυφο του ασβέστη στους τοίχους, αν δεν μιλούσε με τον τελευταίο παριανό μυλωνά, αν δεν τραγουδούσε τη χοιροκεφαλή στου Καντενάσου, αν δεν έσκαβε στη βιβλιογραφία και στην ιστορία, πως θα μπορούσαν να του φανερωθούν τα σημάδια του Αιγαίου;
Ο Γιώργος Πίττας, ανοίγει το βορινό παράθυρο, σ’ αυτό το μονόσπιτο που λέγεται Αρχιπέλαγος με τα πολλά και διαφορετικά δώματα που είναι τα νησιά, ενώ το επίσημο κράτος αλλά και εμείς οι κάτοικοί τους, φοβόμαστε να το ανοίξουμε μην τυχόν και σκορπίσει ο αέρας τα λάθη των τελευταίων τριάντα χρόνων. Το ανοίγει για να φυσήξει ο βοριάς και να διαγραφούν στο καθαρό φως τα σημάδια.
Γιατί, σημάδι είναι η αχειροποίητη αρχιτεκτονική, σημάδια είναι τα λαζαράκια, σημάδι είναι το κρώξιμο της σαμπούνας, το πορτοκαλί των καϊκιών, τα ξερικά χωράφια, η οξύτητα του σαβόρε, το δάκρυ της μαστίχας, οι σχισμές των βράχων, τα αρχαία μάρμαρα.
Σημάδια όμως είναι και οι παρεχόμενες υπηρεσίες, η φιλοξενία, ο σεβασμός στην ετερότητα. Σημάδια είναι , όπως και κείνος αναφέρει, οι πολιτιστικοί σύλλογοι, οι ομάδες πρωτοβουλίας, η αναβίωση των πανηγυριών, η έκρηξη των εκδόσεων που καταγράφουν ιστορίες, τραγούδια, διαλέκτους.
Σημάδια είναι τα ίδια τα νέα παιδιά που παράλληλα με την απέραντη πληροφορία του διαδίκτου γυρνούν το κεφάλι και προς τους τόπους τους για να επενδύσουν όχι μόνο σε ρουμς του λετ με πεντάστερο μπρέκφαστ, αλλά και σε μπαλαριστά τσακίσματα, σε ήχους, σε μονοπάτια, σε μυρωδιές.
Έμένα πάντως ως νησιώτισσα, αυτό το βιβλίο μ’ έκανε να νιώσω πιο ανάλαφρη. Αποτυπώνει την ομορφιά της αόρατης ύλης του σώματος του Αρχιπελάγους, με Εικόνα , με πλούσιο φωτογραφικό υλικό δηλαδή, αλλά και με Λόγο, με κείμενα ερευνητικά, αγαπητικά προς τους τόπους, τους ανθρώπους και την ιστορία τους. Διακρίνει την ομοούσια αλλά και διαφορετική ύλη των νησιών. Αυτήν ακριβώς που είναι δηλαδή.
Γι αυτό εκτιμώ απεριόριστα, τους ανθρώπους που υπηρετούν τις εμμονές τους. Γιατί πιστεύω στις προσωπικές ματιές. Συμμερίζομαι όσους καίνε τις φτέρνες τους στους δρόμους της γειτονιάς τους και παλεύουν για μια καλύτερη προοπτική. Ο Γιώργος Πίττας, με υποκειμενική εμμονή αλλά χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος έφτιαξε ένα βιβλίο για τη μεγάλη γειτονιά του Αιγαίου με σύγχρονη ματιά, με παρόντα λόγο και δυναμική προς το αύριο.
Labels: βιβλίο, Μύκονος